ενυδρίδα

Από Βικιλεξικό
Αναθεώρηση ως προς 21:40, 13 Δεκεμβρίου 2022 από τον UnaToFiAN-1 (συζήτηση | συνεισφορές) ({{μεταφράσεις}}: μτφρ de)
(διαφ.) Παλιότερη αναθεώρηση | Τελευταία αναθεώρηση (διαφ.) | Νεότερη αναθεώρηση (διαφ.)
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η ενυδρίδα οι ενυδρίδες
      γενική της ενυδρίδας των ενυδρίδων
    αιτιατική την ενυδρίδα τις ενυδρίδες
     κλητική ενυδρίδα ενυδρίδες
Κατηγορία όπως «ελπίδα» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
ενυδρίδα < αρχαία ελληνική ἐνυδρίς < ἐν + ὕδωρ

Προφορά

[επεξεργασία]
ΔΦΑ : /e.niˈðɾi.ða/

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

ενυδρίδα θηλυκό

Συνώνυμα

[επεξεργασία]

Συγγενικά

[επεξεργασία]

Δείτε επίσης

[επεξεργασία]

Μεταφράσεις

[επεξεργασία]