dedicate
Αγγλικά (en)
[επεξεργασία]ενεστώτας | dedicate |
γ΄ ενικό ενεστώτα | dedicates |
αόριστος | dedicated |
παθητική μετοχή | dedicated |
ενεργητική μετοχή | dedicating |
Ρήμα
[επεξεργασία]dedicate (en)
ενεστώτας | dedicate |
γ΄ ενικό ενεστώτα | dedicates |
αόριστος | dedicated |
παθητική μετοχή | dedicated |
ενεργητική μετοχή | dedicating |
dedicate (en)