αγαθοπροαίρετος

Από Βικιλεξικό
Αναθεώρηση ως προς 09:00, 28 Αυγούστου 2022 από τον FocalPoint (συζήτηση | συνεισφορές) ({{el-κλίση-'όμορφος'}})
(διαφ.) Παλιότερη αναθεώρηση | Τελευταία αναθεώρηση (διαφ.) | Νεότερη αναθεώρηση (διαφ.)
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
↓ πτώσεις       ενικός      
γένη → αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική ο αγαθοπροαίρετος η αγαθοπροαίρετη το αγαθοπροαίρετο
      γενική του αγαθοπροαίρετου της αγαθοπροαίρετης του αγαθοπροαίρετου
    αιτιατική τον αγαθοπροαίρετο την αγαθοπροαίρετη το αγαθοπροαίρετο
     κλητική αγαθοπροαίρετε αγαθοπροαίρετη αγαθοπροαίρετο
↓ πτώσεις   πληθυντικός  
γένη → αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική οι αγαθοπροαίρετοι οι αγαθοπροαίρετες τα αγαθοπροαίρετα
      γενική των αγαθοπροαίρετων των αγαθοπροαίρετων των αγαθοπροαίρετων
    αιτιατική τους αγαθοπροαίρετους τις αγαθοπροαίρετες τα αγαθοπροαίρετα
     κλητική αγαθοπροαίρετοι αγαθοπροαίρετες αγαθοπροαίρετα
Κατηγορία όπως «όμορφος» - Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
αγαθοπροαίρετος < αγαθός + προαίρεση + -ος

Επίθετο

[επεξεργασία]

αγαθοπροαίρετος, -η, -ο

Μεταφράσεις

[επεξεργασία]