pontifice
Από Βικιλεξικό
Αναθεώρηση ως προς 14:56, 10 Απριλίου 2022 από την
Sarri.greek
(
συζήτηση
|
συνεισφορές
)
({{m}} * {{infl|la|pontifex|c=ab|n=s}})
(
διαφ.
)
Παλιότερη αναθεώρηση
| Τελευταία αναθεώρηση (διαφ.) | Νεότερη αναθεώρηση (διαφ.)
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Λατινικά
(la)
[
επεξεργασία
]
Κλιτικός τύπος ουσιαστικού
[
επεξεργασία
]
pontifice
(la)
αρσενικό
αφαιρετική
ενικού
του
pontifex
Κατηγορία
:
Κλιτικοί τύποι ουσιαστικών (λατινικά)
Μενού πλοήγησης
Προσωπικά εργαλεία
Δίχως Σύνδεση
Σελίδα συζήτησης αυτής της διεύθυνσης IP
Συνεισφορές
Δημιουργία λογαριασμού
Σύνδεση
Ονοματοχώροι
Σελίδα
Συζήτηση
Ελληνικά
Προβολές
Ανάγνωση
Επεξεργασία
Προβολή ιστορικού
Περισσότερα
Αναζήτηση
Πλοήγηση
Κύρια Σελίδα
Πρόσφατες αλλαγές
Κατηγορίες
Δημιουργήστε!
Ζητήστε!
Βικιδημία - Talk
Σελίδες συζήτησης
Νέες σελίδες
Τυχαία σελίδα
Βοήθεια
Πρότυπα
Δωρεές
Εργαλειοθήκη
Συνδέσεις προς εδώ
Σχετικές αλλαγές
Επιφόρτωση αρχείου
Ειδικές σελίδες
Σταθερός σύνδεσμος
Πληροφορίες σελίδας
Παραπομπή αυτής της σελίδας
Λάβετε συντομευμένη διεύθυνση URL
Λήψη κωδικού QR
Εκτύπωση/εξαγωγή
Δημιουργία βιβλίου
Κατέβασμα ως PDF
Εκτυπώσιμη έκδοση
Σε άλλα εγχειρήματα
Άλλες γλώσσες
Deutsch
English
Français
Malagasy
Polski
Română
Русский