τσιγκουνιά

Από Βικιλεξικό
Αναθεώρηση ως προς 18:07, 14 Σεπτεμβρίου 2015 από τον Flubot (συζήτηση | συνεισφορές) (ενημέρωση των interwikis, προσθήκη en)
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η τσιγκουνιά οι τσιγκουνιές
      γενική της τσιγκουνιάς των τσιγκουνιών
    αιτιατική την τσιγκουνιά τις τσιγκουνιές
     κλητική τσιγκουνιά τσιγκουνιές
Οι καταλήξεις προφέρονται με συνίζηση.
Κατηγορία όπως «καρδιά» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

τσιγκουνιά < τσιγκούνης + -ιά < Πρότυπο:ετυμ tr çingene (τσιγγάνος) < Πρότυπο:ετυμ hu cigány < Πρότυπο:ετυμ sla cigan < μεσαιωνική ελληνική ἀτσίγγανος (αντιδάνειο) < (ελληνιστική κοινήἀθίγγανος (που δεν ακουμπά) < ἀ- + αρχαία ελληνική θιγγάνω < πρωτοϊνδοευρωπαϊκή ρίζα *dʰeyǵʰ- (ζυμώνω, δίνω μορφή)

Προφορά

λείπει η προφορά Μπορείτε να βοηθήσετε;

Ουσιαστικό

τσιγκουνιά θηλυκό

  1. το να είναι κάποιος τσιγκούνης, η ιδιότητα του τσιγκούνη
     συνώνυμα: καρμιριά, φιλαργυρία
     αντώνυμα: σπατάλη
  2. (στον πληθυντικό) τσιγκουνιές: χαρακτηριστικές ενέργειες και εκδηλώσεις ενός τσιγκούνη

Συγγενικά

Μεταφράσεις