sauna

Από Βικιλεξικό
Αναθεώρηση ως προς 20:19, 13 Αυγούστου 2012 από τον WarddrBOT (συζήτηση | συνεισφορές) (Ρομπότ: Προσθήκη: cs:sauna)
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Ουσιαστικό

      ενικός         πληθυντικός  
sauna saunas

sauna (fr) αρσενικό


Ουσιαστικό

sauna (fi)