Νομοπαραγωγική διαδικασία
Νομοπαραγωγική διαδικασία είναι η διαδικασία θεσπίσεως νόμων στα πλαίσια ενός κράτους ή μιας ένωσης κρατών (π.χ. η Ευρωπαϊκή Ένωση).
Στη μεγάλη πλειονότητα των σύγχρονων κρατών η νομοπαραγωγική διαδικασία περιγράφεται στο Σύνταγμα της χώρας. Κατ' εξαίρεση, σε χώρες όπως το Ηνωμένο Βασίλειο, στο οποίο δεν υπάρχει τυπικό Σύνταγμα (γραπτό και ενιαίο), η νομοπαραγωγική διαδικασία καθιερώνεται από συνθήκες του πολιτεύματος. Κατεξοχήν αρμόδια για τη θέσπιση νόμων είναι η νομοθετική λειτουργία, οπότε η συνήθης νομοπαραγωγική διαδικασία είναι η διαδικασία θεσπίσεως γραπτών νομοθετημάτων από τα νομοθετικά όργανα του κράτους. Πλην όμως οι πολυσύνθετες ανάγκες του κράτους, καθιστούν απαραίτητη τη θέσπιση γραπτών νομοθετημάτων και από την εκτελεστική λειτουργία. Η εκτελεστική λειτουργία νομοθετεί είτε α)ύστερα από εξουσιοδότηση της νομοθετικής λειτουργίας, που παρέχεται με διάταξη τυπικού νόμου, β)είτε χωρίς τέτοια εξουσιοδότηση, στις εξαιρετικές περιπτώσεις που ορίζει το Σύνταγμα.
Νομοπαραγωγική διαδικασία στην Ελλάδα
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Στην Ελλάδα, σύμφωνα με το ισχύον Σύνταγμα, καθιερώνονται οι ακόλουθες νομοπαραγωγικές διαδικασίες :
α) Η κατεξοχήν νομοπαραγωγική διαδικασία που οδηγεί σε θέσπιση τυπικού νόμου
Ένα κείμενο υποβάλλεται στη Βουλή για να γίνει νόμος του κράτους (τυπικός νόμος}. Αν υποβληθεί από την Κυβέρνηση ή μέλος της καλείται νομοσχέδιο, ενώ αν υποβληθεί από βουλευτή καλείται πρόταση νόμου. Στη συνέχεια συζητείται στη Βουλή, σύμφωνα με την ειδικότερη διαδικασία που ορίζει ο Κανονισμός της Βουλής, και μετά τη λήξη της συζητήσεως τίθεται σε ψηφοφορία. Εάν λάβει την πλειοψηφία που απαιτείται από το Σύνταγμα (κατά περίπτωση απόλυτη πλειοψηφία του όλου αριθμού των βουλευτών, απόλυτη πλειοψηφία των παρόντων, αυξημένη πλειοψηφία του όλου αριθμού των βουλευτών), διαβιβάζεται στον Πρόεδρο της Δημοκρατίας για να εκδοθεί. Ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας εκδίδει τον νόμο, θέτοντας κάτω από το κείμενό του την υπογραφή του και τη μεγάλη σφραγίδα του Κράτους. Η έκδοση του νόμου έχει την έννοια ότι το ψηφισμένο από τη Βουλή κείμενο έγινε πια νομοθέτημα του κράτους και έχει την ισχύ τυπικού νόμου. Μετά την έκδοση του νόμου από τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας ακολουθεί η δημοσίευσή του στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.[1]
β) Η νομοπαραγωγική διαδικασία με νομοθετική εξουσιοδότηση
Όπως προαναφέρθηκε η εκτελεστική λειτουργία μπορεί να θεσπίζει νομοθετήματα, ύστερα από εξουσιοδότηση της νομοθετικής λειτουργίας. Αφετηρία της σχετικής νομοπαραγωγικής διαδικασίας είναι η ύπαρξη μίας διατάξεως σε τυπικό νόμο ("εξουσιοδοτική διάταξη") που παρέχει σε όργανο της εκτελεστικής λειτουργίας ("φορέας της εκτελεστικής λειτουργίας) την αρμοδιότητα να θεσπίσει νομοθέτημα ("κανονιστική πράξη της εκτελεστικής λειτουργίας"). Διακρίνουμε τρεις ειδικότερες νομοπαραγωγικές διαδικασίες κατά νομοθετική εξουσιοδότηση:
- Όταν φορέας της νομοθετικής εξουσιοδότησης είναι ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας, με προσυπογραφή του αρμοδίου υπουργού (πάντοτε), το νομοθέτημα που θεσπίζεται ονομάζεται (κανονιστικό) προεδρικό διάταγμα. Νομοθετική εξουσιοδότηση για έκδοση προεδρικού διατάγματος επιτρέπεται για θέμα ειδικό. Στην περίπτωση αυτή, ο καθ' ύλην αρμόδιος υπουργός καταρτίζει διά των υπηρεσιών του υπουργείου του, το κείμενο του προεδρικού διατάγματος (σχέδιο προεδρικού διατάγματος). Αυτό διαβιβάζεται στο Συμβούλιο της Επικρατείας, για τη διατύπωση παρατηρήσεων επί της συνταγματικότητας και νομιμότητας του. Οι παρατηρήσεις του Συμβουλίου της Επικρατείας διατυπώνονται σε πρακτικό επεξεργασίας και μπορεί να ληφθούν υπ' όψη από τον Υπουργό. Μετά την επεξεργασία του σχεδίου του προεδρικού διατάγματος από το Συμβούλιο της Επικρατείας και την τυχόν αναδιατύπωσή του από τον αρμόδιο Υπουργό, το τελικό σχέδιο διαβιβάζεται στον Πρόεδρο της Δημοκρατίας, ο οποίος το εκδίδει και παραγγέλλει τη δημοσίευσή του στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.[2]
- Όταν φορέας της νομοθετικής εξουσιοδότησης είναι οποιοδήποτε άλλο όργανο της εκτελεστικής λειτουργίας εκτός από τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας, άρα υποδεέστερο όργανο της εκτελεστικής λειτουργίας, το νομοθέτημα που θεσπίζεται καλείται κανονιστική διοικητική πράξη και κατά περίπτωση Πράξη Υπουργικού Συμβουλίου (Π.Υ.Σ.), απόφαση Πρωθυπουργού, Κοινή Υπουργική Απόφαση (Κ.Υ.Α.), Υπουργική Απόφαση (Υ.Α.), απόφαση Γενικού Γραμματέα Περιφέρειας, απόφαση Περιφερειακού Συμβουλίου, απόφαση Δημάρχου, απόφαση Δημοτικού Συμβουλίου, απόφαση Κοινοτικού Συμβουλίου κ.λπ. Νομοθετική εξουσιοδότηση για θέσπιση κανονιστικής πράξεως υποδεέστερου οργάνου της εκτελεστικής λειτουργίας επιτρέπεται για θέμα ειδικότερο, λεπτομερειακό, τοπικού ή τεχνικού χαρακτήρα. Στην περίπτωση αυτή το διοικητικό όργανο που είναι φορέας της εξουσιοδότησης εκδίδει το κείμενο της κανονιστικής διοικητικής πράξεως και παραγγέλλει (το ίδιο) τη δημοσίευσή του στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.[3]
- Όταν η νομοθετική εξουσιοδότηση παρέχεται με "νόμο πλαίσιο", δηλαδή με νόμο που καθορίζει τα θέματα για τα οποία παρέχεται η εξουσιοδότηση σε γενικό πλαίσιο .Με τον νόμο-πλαίσιο καθορίζονται οι γενικές αρχές και οι κατευθύνσεις της ρύθμισης και μπορεί να τίθενται χρονικά όρια για την χρήση της εξουσιοδότησης. Φορέας της νομοθετικής εξουσιοδότησης είναι και σ' αυτή την περίπτωση ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας και τα θεσπιζόμενα νομοθετήματα ονομάζονται προεδρικό διατάγματα.
γ) Η αυτόνομη κανονιστική αρμοδιότητα της εκτελεστικής λειτουργίας Σε εξαιρετικές περιπτώσεις, συγκεκριμένα όργανα της εκτελεστικής λειτουργίας μπορούν να θεσπίζουν νομοθετήματα χωρίς νομοθετική εξουσιοδότηση. Διακρίνουμε τις ακόλουθες περιπτώσεις:
- Έκδοση εκτελεστικών διαταγμάτων από τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας: Ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας, με προσυπογραφή πάντοτε του αρμόδιου υπουργού, μπορεί να εκδίδει προεδρικά διατάγματα που είναι αναγκαία για την εκτέλεση των νόμων. Τα διατάγματα αυτά ονομάζονται εκτελεστικά προεδρικά διατάγματα.[5]
- Έκδοση πράξεων νομοθετικού περιεχομένου : Προβλέπεται από το Σύνταγμα ότι για την αντιμετώπιση περιπτώσεων εξαιρετικώς επείγουσας και απρόβλεπτης ανάγκης μπορεί ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας, ύστερα από πρόταση του υπουργικού συμβουλίου, να εκδίδει νομοθετήματα που ονομάζονται πράξεις νομοθετικού περιεχομένου. Για την έκδοση των πράξεων νομοθετικού περιεχομένου η νομοπαραγωγική διαδικασία που ακολουθείται είναι η ακόλουθη: πρόταση από το υπουργικό συμβούλιο-έκδοση της πράξεως νομοθετικού περιεχομένου από τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας-δημοσίευση στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως-υποβολή της πράξεως νομοθετικού περιεχομένου στη Βουλή για κύρωση εντός σαράντα ημερών από την έκδοσή τους ή από τη σύγκληση της Βουλής σε σύνοδο-κύρωση της πράξης νομοθετικού περιεχομένου από τη Βουλή εντός τριών μηνών από την υποβολή της. Αν η πράξη νομοθετικού περιεχομένου υποβληθεί εμπρόθεσμα στη Βουλή για κύρωση και κυρωθεί εμπρόθεσμα από τη Βουλή αποκτά ισχύ τυπικού νόμου. Αν εκπνεύσουν οι προαναφερθείσες προθεσμίες των σαράντα ημερών και των τριών μηνών, τότε παύει να ισχύει στο εξής, αλλά διατηρεί την ισχύ της για το χρονικό διάστημα πριν από την εκπνοή των ίδιων προθεσμιών.[6]
- Κήρυξη της χώρας σε κατάσταση έκτακτης ανάγκης και εφαρμογή συναφών μέτρων : Στις περιπτώσεις πολέμου, επιστράτευσης, άμεσης απειλής της εθνικής ασφάλειας ή αν εκδηλωθεί ένοπλο κίνημα για την ανατροπή του πολιτεύματος προβλέπεται η λήψη εξαιρετικών μέτρων με απόφαση της Βουλής (εφαρμογή του νόμου για την κατάσταση πολιορκίας, σύσταση εξαιρετικών δικαστηρίων, αναστολή διατάξεως του Συντάγματος). Κατά το άρθρο 48§2 του Συντάγματος, εφόσον η Βουλή απουσιάζει ή υφίσταται αντικειμενική αδυναμία να συγκληθεί εγκαίρως, τα εξαιρετικά αυτά μέτρα εφαρμόζονται με προεδρικό διάταγμα, ύστερα από πρόταση του υπουργικού συμβουλίου. Αυτό το προεδρικό διάταγμα πρέπει να υποβληθεί από την κυβέρνηση στη Βουλή για κύρωση, μόλις καταστεί δυνατή η σύγκληση της Βουλής και οπωσδήποτε εντός δεκαπέντε ημερών. Η εφαρμογή των εξαιρετικών αυτών μέτρων, εφόσον η χώρα βρίσκεται σε κατάσταση έκτακτης ανάγκης, με προεδρικό διάταγμα συνιστά μία περίπτωση έκτακτης νομοπαραγωγικής διαδικασίας που περιλαμβάνει τα εξής στάδια : πρόταση υπουργικού συμβουλίου-έκδοση προεδρικού διατάγματος-δημοσίευση στην εφημερίδα της κυβερνήσεως-υποβολή του προεδρικού διατάγματος από την κυβέρνηση στη Βουλή για έγκριση . Επίσης προβλέπεται ως έκτακτη νομοπαραγωγική διαδικασία, όταν η χώρα βρίσκεται σε κατάσταση έκτακτης ανάγκης, η έκδοση πράξεων νομοθετικού περιεχομένου για τη ρύθμιση επειγουσών περιπτώσεων ή για την ταχύτερη αποκατάσταση των συνταγματικών θεσμών, οι οποίες πρέπει να υποβληθούν στη Βουλή για έγκριση εντός δεκαπέντε ημερών από τη σύγκλησή της σε σύνοδο και να εγκριθούν από αυτή εντός δεκαπέντε ημερών από την υποβολή τους.[7][8]
Παραπομπές
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]- ↑ [βλ. άρθρα 70-77 του Συντάγματος της Ελλάδος]
- ↑ [βλ. άρθρο 43 παράγραφος 2 εδάφιο α' του Συντάγματος της Ελλάδος]
- ↑ [βλ. άρθρο 43 παράγραφος 2 εδάφιο β' του Συντάγματος της Ελλάδος]
- ↑ [βλ. άρθρο 43 παράγραφοι 2 και 3 του Συντάγματος της Ελλάδος]
- ↑ [βλ. άρθρο 43 παράγραφος 1 του Συντάγματος της Ελλάδος]
- ↑ [βλ. άρθρο 44 παράγραφος 1 του Συντάγματος της Ελλάδος]
- ↑ [βλ. άρθρο 48 παράγραφοι 2-5 του Συντάγματος της Ελλάδος]
- ↑ Η νομοπαραγωγική αυτή διαδικασία δεν εφαρμόσθηκε ποτέ υπό την ισχύ του Συντάγματος 1975
Ενδεικτική βιβλιογραφία
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]- Ν. Παπαδόπουλος:Στοιχεία Δημοσίου και Φορολογικού Δικαίου, εκδόσεις ΔΙΣΙΓΜΑ,2014, σελ. 9επ.
- Δ. Τσάτσος: Συνταγματικό Δίκαιο, τ.Α', 1985, σελ. 197 επ.