Μετάβαση στο περιεχόμενο

Άλμπουμ

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
(Ανακατεύθυνση από Μουσικό άλμπουμ)

'Ένα άλμπουμ (αγγλ. album) ή αλλιώς μουσική συλλογή ονομάζεται ένα σύνολο μουσικών κομματιών που είναι καταγραμμένα στο ίδιο μέσο (δίσκο βινυλίου, δίσκο γραμμοφώνου, CD ή κασσέτα) και πωλούνται σε αυτή τη συσκευασία στο κοινό. Τα κομμάτια αυτά μπορεί να είναι του ίδιου συνθέτη ή ερμηνευτή, ενός μουσικού συγκροτήματος ή ένα σύνολο κομματιών με κοινή θεματολογία ή μοτίβο. Εξαιρέσεις αποτελούν οι συλλογές που περιέχουν κομμάτια που συνετέθηκαν ή ηχογραφήθηκαν την ίδια χρονική περίοδο.

Το άλμπουμ μουσικής αντιδιαστέλλεται προς το σινγκλ (single). Ο διαχωρισμός αυτός έχει τις ρίζες του στην εποχή των δίσκων βινυλίου, όπου οι δίσκοι που περιείχαν ένα μόνο τραγούδι σε κάθε πλευρά έπαιζαν στις 45 στροφές/λεπτό, ενώ τα άλμπουμ στις 78 και αργότερα στις 33 στροφές/λεπτό. Σύμφωνα δε με τις προδιαγραφές των αγγλικών charts, ένας δίσκος αποτελεί άλμπουμ αν περιέχει τουλάχιστον τέσσερα κομμάτια ή μουσική διάρκειας μεγαλύτερης των 20 λεπτών. Μια ιδιαίτερη μορφή ανάμεσα στο άλμπουμ και το single είναι το EP (Extended Play ή Extended Player).

Ένα άλμπουμ, γραμμένο σε δίσκους γραμμοφώνου, LP, κτλ. περιέχεται συνήθως σε μια θήκη (που λέγεται «φάκελος» ή στα αγγλικά jacket). Οι θήκες στη ράχη τους συνήθως φέρουν τον τίτλο του δίσκου ή/και το όνομα του δημιουργού, αλλά και τον αριθμό της έκδοσης, για την ευκολότερη αρχειοθέτησή τους. Τα δε εξώφυλλα των άλμπουμ 33 στροφών, με το σχετικά μεγάλο τους μέγεθος (31x31 cm) αποτέλεσαν πρόσφορο έδαφος για τη φιλοξενία έργων τέχνης ειδικά φιλοτεχνημένων για την κυκλοφορία του δίσκου, μερικά από τα οποία έχουν μείνει στην ιστορία (όπως το εξώφυλλο του Sgt. Peppers Lonely Hearts Club Band ή του Abbey Road των Beatles, του Cheap Trhills της Janis Joplin ή του The Dark Side of the Moon των Pink Floyd).

Μερικές φορές, όταν το προς παρουσίαση υλικό ήταν περισσότερο απ' όσο μπορούσε να χωρέσει σε έναν μόνο δίσκο, κυκλοφορούσαν τα λεγόμενα διπλά άλμπουμ, των οποίων ο φάκελος άνοιγε συνήθως στη μέση, σαν βιβλίο. Υπάρχουν και μερικά τριπλά άλμπουμ (όπως το Sandinista των Clash), και μερικές συλλογές που είναι ακόμη μεγαλύτερες. Τέτοια άλμπουμ έχουν εκλείψει από περίπου τα μέσα της δεκαετίας του 1990, με την έλευση των CD.

Η είσοδος της τεχνολογίας των CD στην μουσική αγορά άλλαξε, μεταξύ άλλων, και την μορφή των άλμπουμ. Η κυκλοφορία του CD επέτρεψε όχι μόνο την ευκολότερη παραγωγή, αλλά και την ευκολότερη μεταφορά, αποθήκευση και πώληση των μουσικών συλλογών. Λόγω του μικρού τους μεγέθους, τα CD δεν μπορούν να φιλοξενήσουν κάποιο περίπλοκο έργο τέχνης στο εξώφυλλο· έτσι, η τέχνη της δημιουργίας μουσικών εξωφύλλων σιγά-σιγά χάνεται, αν και δεν είναι λίγες οι φορές που στο εσωτερικό των CD φιλοξενείται κάποιο αφισάκι με μια εικόνα που παλιότερα θα γέμιζε το εξώφυλλο ενός LP.

Η μεγαλύτερη χωρητικότητα ενός CD θεωρητικά θα επέτρεπε την επέκταση του αριθμού των κομματιών που μπορούν να διακινηθούν με τη μορφή ενός άλμπουμ. Παρόλα αυτά, λόγοι μάρκετινγκ, εξόδων παραγωγής και ηχογράφησης αλλά και αρκετές φορές οι δημιουργικοί περιορισμοί των συγκροτημάτων ή συνθετών, διατηρούν το πλήθος των μουσικών κομματιών που περιέχονται σε ένα CD στα ίδια περίπου επίπεδα με ενός LP (10-13).

Τέλος, αρκετές δισκογραφικές εταιρείες, ακόμη και σήμερα, συνεχίζουν να εκδίδουν ή να διανέμουν συλλογές σε δίσκους βινυλίου. Κύριος λόγος για αυτό είναι η πεποίθηση ορισμένων μουσικόφιλων, ειδικά αυτών που ασχολούνται με την υψηλή πιστότητα (Hi-Fi) ότι ο ψηφιακά επεξεργασμένος ήχος των CD αφαιρεί την μοναδικότητα της ηχογράφησης, την κάνει απρόσωπη και ολότελα διαφορετική από μια ζωντανή εκτέλεση των κομματιών. Έτσι, αρκετές είναι οι εταιρείες που εκδίδουν δίσκους βινυλίου κλασικής μουσικής. Δίσκους βινυλίου επίσης εκδίδουν και ορισμένες εταιρίες που ειδικεύονται στο είδος του γκαράζ, περισσότερο για λόγους αναφοράς στο παρελθόν.