Μετάβαση στο περιεχόμενο

Ανδρομάχη (Ευριπίδη)

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Ανδρομάχη
Ἀνδρομάχη
ΣυγγραφέαςΕυριπίδης
Πρωτότυπος τίτλοςἈνδρομάχη
Παγκόσμια πρώτη παράσταση427-424 π.Χ.
ΧορόςΓυναίκες της Φθίας
Ρόλοι
Ανδρομάχη (μυθολογία)
Σκλάβα
Ερμιόνη
Μενέλαος
Πηλέας
Παιδί της Ανδρομάχης
Τροφός
Ορέστης
Αγγελιαφόρος
Θέτις
Γλώσσα πρωτότυπουαρχαία ελληνικά
ΕίδοςΤραγωδία
Commons page Σχετικά πολυμέσα

Η Ανδρομάχη είναι τραγωδία του αρχαίου ελληνικού θεάτρου που έγραψε ο Ευριπίδης και η οποία διδάχθηκε (παίχθηκε) περίπου το 424 π.Χ. στην αυλή του Βασιλιά Θαρύπα των Μολοσσών, στην αρχαία Πασσαρώνα της Ηπείρου. Πρόκειται για μία πολιτική αλλά και κοινωνική τραγωδία που έχει προβληματίσει[1] τους κριτικούς, οι περισσότεροι από τους οποίους ειδικά στο παρελθόν εξέταζαν το έργο με τα αριστοτέλεια κριτήρια και δεν έβρισκαν σε αυτό επαρκή ενότητα στο βασικό θέμα. Η Ανδρομάχη του Ευριπίδη θεωρείται όμως ότι αδικήθηκε και ότι απλώς ήταν υπερβολικά πολυδιάστατη και πρωτοποριακή ως προς τη δομή της για την εποχή της.

Το έργο έχει όντως έναν ιδιαίτερα πολυσήμαντο χαρακτήρα (κοινωνικό, προσωπικό, θρησκευτικό, φιλοσοφικό, πολιτικό και ερωτικό). Στοχοποιεί ταυτόχρονα πολλά δεινά: τον πόλεμο αυτό καθαυτό, την απληστία, την προδοσία, τις προσωπικές αδυναμίες, την εν τυφλώ υποταγή στους θεούς (χωρίς και να τους απορρίπτει όμως) και τη γυναικεία απιστία[2], χωρίς να απορρίπτει τον καλό γάμο ο οποίος στηρίζεται στη σωφροσύνη της γυναίκας και του άνδρα.

Το έργο διακρίνεται για την έντονη αντισπαρτιατική τοποθέτησή του, και ο Ευριπίδης κατηγορεί τους Λάκωνες ως εγκληματίες, για ανομία και δολιότητα, γεγονός που ερμηνεύεται από την ιστορική στιγμή (ο Πελοποννησιακός πόλεμος βρίσκεται απλώς σε φάση ύφεσης και είναι πρόσφατη η εικονική δίκη και εκτέλεση των συμμάχων Πλαταιέων,[3] αλλά και η απώλεια του στρατηγού Ξενοφώντα που σύμφωνα με πηγές ήταν γιος του[4]) Άλλοι βλέπουν στο έργο μια σαφή αντιρατσιστική τοποθέτηση με τη "βάρβαρη Ανδρομάχη" να εξιδανικεύεται, άλλοι μια ξεκάθαρη επίθεση στην προδοσία και την απληστία[5] ενώ άλλοι βλέπουν ως κεντρικό μήνυμα την ευθραυστότητα της καλοτυχίας και τον προσωρινό χαρακτήρα της ευτυχίας, εφ όσον αυτή ορίζεται από τα πλούτη και τη δόξα.[6]

Ο Νεοπτόλεμος μετά την άλωση της Τροίας παίρνει ως τρόπαιο και παλλακίδα την Ανδρομάχη (μυθολογία) (χήρα του Έκτορα) και αποκτά μαζί της έναν γιο, τον Μολοσσό. Στη συνέχεια νυμφεύεται όμως την Ερμιόνη, κόρη του Μενελάου με την οποία δεν αποκτά παιδί. Οταν πηγαίνει στο Μαντείο των Δελφών για να εξιλεωθεί επειδή είχε μεμφθεί τον Απόλλωνα για τον θάνατο του πατέρα του Αχιλλέα, η Ερμιόνη βρίσκει ευκαιρία να ξεφορτωθεί την Ανδρομάχη. Επιδιώκει να τη σκοτώσει ο πατέρας της Μενέλαος (πεθερός πλέον του Νεοπτόλεμου). Η Ανδρομάχη φοβάται για τη ζωή του παιδιού της και το στέλνει μακριά ενώ η ίδια καταφεύγει στο ιερό της Θέτιδας. Οι άνθρωποι του Μενέλαου βρίσκουν το παιδί και την εκβιάζουν, οπότε βγαίνει από το ιερό στο οποίο είχε βρει άσυλο. Ενώ ετοιμάζονται οι άνθρωποι του Μενέλαου να σκοτώσουν μάνα και παιδί, παρεμβαίνει ο Πηλέας, ο γέροντας παππούς του Νεοπτόλεμου, οπότε ο Μενέλαος επιστρέφει στη Σπάρτη. Η Ερμιόνη φοβάται τώρα τι θα κάνει ο Νεοπτόλεμος μόλις γυρίσει και μάθει τα καμώματά της. Τότε εμφανίζεται ο παλιός της έρωτας ο Ορέστης που την παίρνει μαζί του στη Σπάρτη ελπίζοντας να παντρευτούν. Προηγουμένως έχει φροντίσει να δολοφονηθεί ο Νεοπτόλεμος στους Δελφούς. Ο Πηλέας οδύρεται για τον εγγονό του και η Θέτις τον συμβουλεύει να τον θάψει στους Δελφούς και να στείλει την Ανδρομάχη με το παιδί της στους Μολοσσούς, υποσχόμενη στον ίδιο ότι τον κάνει αθάνατο και τον θεοποιεί.

Η Ανδρομάχη (μυθολογία), στη Θεσσαλία, σε ένα τόπο κάπου ανάμεσα στη Φθία και τα Φάρσαλα. Στέκεται έξω από το ιερό της Θέτιδας, που δεν απέχει πολύ από τα ανάκτορα. Εκεί μονολογεί για τον ξεπεσμό της αλλά και το ζωτικό πρόβλημα που αντιμετωπίζει με τη γυναίκα του Νεοπτόλεμου, την Ερμιόνη. Παρότι η ίδια είναι πια μια δούλα, η Ερμιόνη από ζήλεια θέλει να σκοτώσει κι εκείνη και το παιδί της με τη βοήθεια του Μενέλαου που ήρθε επί τούτου από τη Σπάρτη. Έχει απομακρύνει το παιδί από το σπίτι αλλά φοβάται γιατί ο Νεοπτόλεμος λείπει, καθώς έχει πάει στους Δελφούς να ζητήσει συγχώρεση από τον Απόλλωνα που παλιότερα είχε υβρίσει ως υπαίτιο του θανάτου του πατέρα του. Η υπηρέτριά της, που την είχε και παλιά στα ανάκτορα της Τροίας, τη συμβουλεύει να φυλαχτεί και την ενημερώνει ότι ο Μενέλαος ξέρει πού είναι το μονάκριβο παιδί της ο Μολοσσός.

Η Ανδρομάχη έχει ως τελευταία της ελπίδα τον Πηλέα που έστειλε να τον ειδοποιήσουν. Στέλνει την υπηρέτριά της να τον ειδοποιήσει ξανά για σιγουριά. Εκείνη μονολογεί και πάλι για το παρελθόν, τον άγριο πόλεμο και το ριζικό της και αγκαλιάζει το άγαλμα της θεάς. Ο χορός τη συμπονά αλλά της συνιστά να φερθεί σαν ξένη δούλα και να φύγει από τον ναό.

Εμφανίζεται η Ερμιόνη που μιλά με υπεροψία για τα κοσμήματα και τα εκλεκτά ρούχα της που τα έχει προίκα από τον πατέρα της Μενέλαο και τονίζει ότι αυτή είναι μια ελεύθερη γυναίκα και όχι βάρβαρη δούλα, όπως η Ανδρομάχη. Την κατηγορεί ότι έχει κάνει μάγια στον Νεοπτόλεμο και ότι αυτός είναι ο λόγος που ο γάμος τους είναι τόσο δυστυχισμένος και δεν αποκτά παιδιά. Της ξύνει πληγές λέγοντας ότι είναι μια απολίτιστη που έκανε παιδί με τον άνθρωπο που ο πατέρας του (ο Αχιλλέας), σκότωσε τον άντρα της.

Η Ανδρομάχη σκέφτεται να μην αντιμιλήσει αλλά αναλογίζεται ότι με τη σιωπή μπορεί να βλαφθεί περισσότερο. Λέει τελικά της Ερμιόνης ότι η ίδια είναι απλώς μια δούλα και δεν έχει τίποτα να της ζηλέψει κανείς. "Πώς θα μπορούσα να σου πλανέψω τον άντρα, με τα νιάτα μου ή τα πλούτη μου", λέει στην Ερμιόνη υπονοώντας ότι έχει χάσει και τα δυο. Και συμπληρώνει "ο μόνος λόγος που δεν τα πάτε καλά είναι ότι εσύ του αντιμιλάς και συνέχεια παινεύεις το πατρικό σου και τα πλούτη του υποτιμώντας τα κατορθώματα του Αχιλλέα" και "περιφρονείς τη Σκύρο" αντιμετωπίζοντας τον Νεοπτόλεμο σαν ταπεινό φτωχαδάκι. Συνεχίζει ρωτώντας ρητορικά "Κι αν ήσουν παντρεμένη με Θράκα που είχε πολλές γυναίκες, τι θα έκανες; Από τη μανία σου να βρεθείς μαζί του στο κρεβάτι θα τις σκότωνες όλες;"

Στη συνέχεια απευθυνόμενη στο φάντασμα του Έκτορα (για να τα ακούει η Ερμιόνη) λέει: "όταν η Κύπρις σου ενέπνεε αδυναμίες, εγώ τις υπέφερα και πολλές φορές έδωσα το μαστό μου για να θηλάσουν τα νόθα παιδιά σου". Και απευθυνόμενη στη νέα και πλούσια Ερμιόνη λέει "Έτσι κρατούσα εγώ δικό μου τον άντρα μου, όχι σαν εσένα που ζηλεύεις ακόμα και τη στάλα δροσιάς που πέφτει στο κορμί του". Και της συνιστά "πρόσεξε μην περάσεις στο πάθος σου για τους άνδρες το πάθος εκείνης που σε γέννησε. Τα παιδιά από κακές μανάδες αν είναι έξυπνα, προσπαθούν να αποφεύγουν τα καμώματα εκείνων"

Ο χορός συμβουλεύει την Ανδρομάχη να μετράει τα λόγια της και η Ερμιόνη εκνευρίζεται. Την απειλεί με θάνατο. Η Ανδρομάχη λέει ότι τις βλέπει ο θεός (η Θέτις) και η Ερμιόνη απαντά ότι η Θέτις είναι οργισμένη με τους Τρώες επειδή σκότωσαν τον Αχιλλέα. Όταν η Ανδρομάχη της αντιμιλά πάλι λέγοντας πως αιτία του φόνου ήταν η Ελένη, η μητέρα της, η Ερμιόνη αποφασίζει να φύγει από εκεί λέγοντας πως έχει τελικά τρόπο να την απομακρύνει από τον ναό. Η πρώτη πράξη κλείνει με τον χορό να αναφέρεται στα γεγονότα που οδήγησαν στον Τρωικό πόλεμο και στη δουλεία τις γυναίκες της Τροίας, αλλά και στη χηρεία τόσων γυναικών στην Ελλάδα και στο ξεκλήρισμα και τον πόνο των γερόντων που δεν είδαν τα παιδιά τους να γυρνούν.

Ο Μενέλαος βρίσκεται έξω από τον ναό της Θέτιδος και εκβιάζει την Ανδρομάχη (μυθολογία) πως αν δεν βγει από το άσυλό της θα σκοτώσει τον γιο της τον οποίο βρήκε στο σπίτι που εκείνη τον είχε κρύψει. Της λέει ότι θα πρέπει να διαλέξει αν θα πεθάνει το παιδί ή εκείνη για όσα έκανε στην κόρη του Ερμιόνη.

Η Ανδρομάχη φωνάζει "εσύ ο άνανδρος είσαι ο ίδιος που κυρίευσες την Τροία; Που ακούς όσα σου λέει η κόρη σου, ένα παιδί ακόμα, και καταδέχεσαι να πολεμήσεις μια δυστυχισμένη δούλα; Ούτε εσύ είσαι άξιος της Τροίας ούτε εκείνη άξιά σου". Του λέει ότι φαίνεται λαμπρός γιατί του δίνουν δύναμη τα πλούτη κι ότι όπως όλοι οι επιφανειακά λαμπροί, μέσα τους είναι κοινοί άνθρωποι. "Δεν πρέπει για μικρά πράγματα να προκαλεί κανείς μεγάλες συμφορές" τον συμβουλεύει τονίζοντας ποιες θα είναι οι συνέπειες των πράξεών του μόλις επιστρέψει ο Νεοπτόλεμος αν το κίνητρό του είναι να ικανοποιήσει τη μικρότητα της κόρης του. Και καταλήγει: "όσο για εσένα ένα πράμα έχω να πω: και την Τροία για γυναικοδουλειές την κατέστρεψες.

Ο Μενέλαος χλευάζει λέγοντας ότι η άλωση της Τροίας δεν είναι τόσο σπουδαία όσο να φροντίζει την οικογένειά του και επαναλαμβάνει τον εκβιασμό "το παιδί ή εσύ".

Η Ανδρομάχη διαμαρτύρεται και πάλι ότι με το ζόρι κοιμήθηκε με τον Νεοπτόλεμο ως δούλα και δεν ευθύνεται εκείνη για τον γάμο και το παιδί που την υποχρέωσαν να κάνει. Βγαίνει τελικά από τον ναό με τον χορό να λέει ότι τη λυπάται κι ας είναι ξένη και να συνιστά στον Μενέλαο να συμφιλιώσει τις δύο γυναίκες. Ο Μενέλαος διατάζει να της δέσουν τα χέρια και της λέει κυνικά ότι "για το αν θα ζήσει το παιδί ή όχι θα το αποφασίσει η Ερμιόνη, για να μάθεις, δούλα εσύ, να μιλάς σαν ελεύθερη".

Η Ανδρομάχη αρχίζει να μιλά εναντίον των Σπαρτιατών γενικά: "μισιτότεροι από όλους τους ανθρώπους, βασιλιάδες της ψευτιάς και του δόλου, δεν σκέφτεστε τίποτα ίσιο και τίμιο, όλα περίπλοκα, είναι αδικία να ευτυχείτε εσείς στην Ελλάδα. Δεν υπάρχει έγκλημα που να σας είναι άγνωστο".

Ο χορός μιλά για τη διχόνοια που φέρνει η συνύπαρξη δυο γυναικών σε ένα νοικοκυριό, ή δύο αρχόντων στην πολιτεία ή δυο καπετανέων στο ίδιο καράβι. Ρίχνει την ευθύνη στη Σπαρτιάτισσα Ερμιόνη που έβαλε φωτιά στο σπίτι του Νεοπτόλεμου και κατηγορεί (τους Σπαρτιάτες): "άθεοι και άνομοι, ο φθόνος είναι ενάντια στη φύση".

Μάνα και γιος οδεύουν δεμένοι προς το ανάκτορο μοιρολογώντας για όσα τους περιμένουν. Ο Μενέλαος λέει "είναι αφροσύνη να λυπάσαι τον εχθρό σου όταν μπορείς να τον σκοτώσεις και να γλιτώσεις το σπιτικό σου". Με προτροπή της Ανδρομάχη (μυθολογία)ς ο Μολοσσός παρακαλάει τον Μενέλαο να τον λυπηθεί κι εκείνος του λέει "τι πέφτεις στα πόδια μου σαν το κύμα στα βράχια; Έχω να φροντίσω για το σπίτι μου. Πολλά ξόδεψα για να υποτάξω την Τροία και τη μάνα σου. Εσύ με τη μάνα που είχες, μοιράσου την τύχη της." Τότε εμφανίζεται ο Πηλέας.

"Εκτέλεση χωρίς δίκη; Τι είναι αυτά που συμβαίνουν στα ανάκτορα; Σαν προβατίνα το αρνί της σε σέρνουν στον θάνατο χωρίς να είμαι εδώ ούτε εγώ ούτε ο άντρας σου;" λέει απευθυνόμενος στην Ανδρομάχη. Εκείνη του εξηγεί τι συνέβη και τον ικετεύει να τη σώσει "γιατί αλλιώς θα είναι δυστυχία για εμάς και μεγάλη ντροπή για εσάς". Ο Πηλέας δίνει εντολή να λύσουν την Ανδρομάχη αλλά παρεμβαίνει ο Μενέλαος που σταματά τους δούλους λέγοντας "δεν είμαι κατώτερός σου κι έχω περισσότερα δικαιώματα σε αυτή τη γυναίκα από εσένα. Εγώ την έλαβα αιχμάλωτη στην Τροία". "Και ο γιος του γιου μου την έλαβε βραβείο για τη νίκη του" απαντά ο Πηλέας. Ο Μενέλαος επιμένει ότι "είμαστε μια οικογένεια και ό,τι είναι του ενός, ανήκει και στον άλλον". "Ναι, μα όταν το καλομεταχειρίζεται κανείς", επιμένει κι ο Πηλέας. Ο Μενέλαος αντιλέγει και ο Πηλέας θυμωμένος πια τον απειλεί ότι θα του ανοίξει το κεφάλι με το σκήπτρο του, "Αν τολμάς!" λέει ο Μενέλαος.

Ο Πηλέας εκφράζει όλη την περιφρόνηση που έτρεφαν οι Αθηναίοι για τον σπαρτιατικό τρόπο ζωής λέγοντας: "Μιλάς εσύ που λογαριάζεσαι για άντρας όταν σου έκλεψε τη γυναίκα ένας Φρύγας; Που είχες τη χειρότερη γυναίκα κι όμως γυρνούσες την πλάτη σου και την άφηνες αφύλαχτη; Και πώς θα έμενε τίμια; Μπορούσε; Εσάς οι γυναίκες σας ξεπορτίζουν από μικρές και τριγυρίζουν γυμνές στις παλαίστρες. Δεν είναι να απορεί κανείς που οι γυναίκες σας δεν έχουν τσίπα. Κι εσύ δεν φτάνει που σου έφυγε η γυναίκα, μάζεψες στρατό ολάκερο για να τη φέρεις πίσω ενώ κανονικά θα έπρεπε να την πληρώνεις για να μένει μακριά." Μετά τον κατηγορεί ότι έστειλε ένα σωρό ψυχές στον Άδη, άφησε γριές χωρίς γιους και από τους γέροντες άρπαξε ευγενικά παιδιά. "Εσύ όμως (τον μέμφεται) γύρισες ζωντανός και με λαμπίκο τα όπλα σου όπως όταν έφευγες" (υπονοώντας ότι δεν τόλμησε να τα τραβήξει σπαθί). Τον κατηγορεί μετά ότι εξώθησε τον αδελφό του Αγαμέμονα να θυσιάσει την κόρη του Ιφιγένεια "γιατί φοβήθηκες μη τυχόν και χάσεις την κακιά γυναίκα σου. Κι όταν την βρήκες δεν την σκότωσες, αλλά μόλις σου έδειξε τα βυζιά της, πέταξες το σπαθί σου". Στη συνέχεια υπερασπίζεται τα νόθα παιδιά λέγοντας "πας να σκοτώσεις το παιδί της, που και τρεις φορές νόθο να ήταν, θα σας κάνει να κλάψετε, γιατί όπως η ελαφριά γη είναι συχνά πιο εύφορη από το βαρύ χώμα έτσι και πολλοί νόθοι είναι καλύτεροι από τα γνήσια παιδιά"

Ο χορός παρεμβαίνει λέγοντας "από μικρή αφορμή μεγάλη φιλονικία γεννάει η γλώσσα των ανθρώπων"

Ο Μενέλαος εκνευρισμένος λέει "τι να πει κανείς και για τους γέρους που υποτίθεται ότι είναι σοφότεροι" Αναρωτιέται γιατί ο Πηλέας υπερασπίζεται μια βάρβαρη που είναι συνυπεύθυνη για τον θάνατο του γιου του και τον ρωτάει "πώς την αφήνεις και γεννάει στο σπίτι σου εχθρούς; Μου την παίρνεις μέσ' απ' τα χέρια τώρα που ετοιμαζόμουν να φροντίσω για όλους μας...Για σκέψου λογικά...αν η κόρη μου δεν γεννήσει παιδιά θα αφήσεις να βασιλέψουν επί Ελλήνων τα δικά της τα βάρβαρα;" Στη συνέχεια φεμινιστικά λέει ότι η κόρη του θίχτηκε επειδή την αποπαίρνει ο άντρας της και ότι "τα δικαιώματα ανδρών και γυναικών είναι ίδια, αλλά η γυναίκα δεν έχει δύναμη, περιμένει από τους άνδρες συγγενείς της να βρει το δίκιο της." Αποδίδει μετά τον Τρωικό πόλεμο όχι σε σφάλμα της Ελένης αλλά σε θέλημα των Θεών για το καλό της Ελλάδας:

  • "οι Έλληνες άπειροι εις τα όπλα και εις τον πόλεμον ήσαν, αλλά (χάρη στον Τρωικό) απέκτησαν ανδρεία"[7] Του λέει μετά ότι κι ο ίδιος δεν είναι αθώος, αφού σκότωσε τον αδελφό του Φώκο[8]

Ο Πηλέας λέει "για την κακή συνήθεια που επικρατεί στην Ελλάδα, να τιμάται ο στρατηγός για ό,τι καταφέρνει ο στρατός, ενώ αυτός δεν έκανε τίποτα παραπάνω από το τελευταίο στρατιωτάκι και πώς κάποιοι καταλαμβάνοντας τα αξιώματα στις πόλεις τους, περιφρονούν τον λαόν μολονότι στην πραγματικότητα τίποτα δεν αξίζουν. "Εσύ κι ο αδελφός σου περιφανεύεστε για όσα κατορθώματα έγιναν δυνατά από τους κόπους και τους πόνους των άλλων. ... Να πάρεις τη στείρα κόρη σου και να φύγετε από το παλάτι, γιατί αυτή η στείρα αγελάδα δεν θα ανεχθεί να αποκτήσει ο γιος μου κανένα παιδί που δεν θα είναι δικό της" λέει στον Μενέλαο και μετά πηγαίνει και λύνει μόνος του τον Μολοσσό ρωτώντας τον Μενέλαο "πήγες κι έδεσες αυτό το πλάσμα, ταύρο ή λιοντάρι νόμιζες ότι έδενες;" Στον δε Μολοσσό λέει "θα σε αναθρέψω να γίνεις αμείλικτος εχθρός αυτών εδώ, αν από τους Σπαρτιάτες έλειπε η δόξα των όπλων και η πείρα του πολέμου, σε τίποτα άλλο δεν θα υπερείχαν ποτέ.

Ο Μενέλαος του λέει ότι είναι ίδιος με σκιά απλώς έχει φωνή και μόνο στα λόγια έχει δύναμη. Επικαλείται έναν πόλεμο που πρέπει να κάνει με μια γειτονική στη Σπάρτη πόλη και φεύγει δηλώνοντας ότι θα επανέλθει για να διαπιστώσει αν ο Νεοπτόλεμος φέρεται καλά στην κόρη του ή όχι.

Η Ανδρομάχη (μυθολογία) ευγνωμονεί τον Πηλέα αλλά του λέει να προσέχει. Της απαντά "είμαι ακόμη ισχυρός και έχω στρατό, κι ο γέρων που έχει καρδιά είναι καλύτερος από πολλούς νέους, αφού δεν έχει καμία σημασία η δύναμη συντροφιά με τη δειλία"

Ο χορός λέει ότι καλύτερα να μην γεννιέται κανείς αν δεν ανήκει σε γενιά ισχυρή, γιατί οι ευγενείς δεν μένουν ποτέ αβοήθητοι. Ύστερα μέμφεται το φθόνο και τη δύναμη οταν πολεμούν το δίκαιο.

Μία υπηρέτρια λέει ότι τώρα που έφυγε ο Μενέλαος η κόρη του Ερμιόνη τρέμει μετανιωμένη τι θα συμβεί μόλις γυρίσει ο Νεοπτόλεμος. Θέλει να σκοτωθεί. Δείχνει και μεταμέλεια λέγοντας "πώς μου πέρασε απ' το μυαλό να κάνω τέτοιο πράμα, εγώ η μισητή, η καταραμένη" Η τροφός της την παρηγορεί ότι αυτά έχει η ζωή και οι θεοί στέλνουν στους ανθρώπους τις δυστυχίες μια στον έναν και μια στον άλλον. Η νεαρή γυναίκα έχει πανικοβληθεί και αναρωτιέται ποιον να ικετεύσει για να σωθεί: "Να πέσω δούλα στα πόδια της δούλας;"

Εμφανίζεται τότε ο Ορέστης που παριστάνει τον περαστικό καθ οδόν για τη Δωδώνη, που απλώς σταμάτησε να δει τι κάνει η παλιά του αγάπη η Ερμιόνη.

Στην επόμενη σκηνή η Ερμιόνη τρέχει και πέφτει στα πόδια του παρακαλώντας τον να τη βοηθήσει. Εκείνος σχεδόν μαντεύει όλα όσα έγιναν. Η Ερμιόνη λέει ότι "αν είχαν φωνή θα με έδιωχναν ακόμα κι οι τοίχοι, με μισεί όλη η γη της Φθίας" και του ζητάει να την πάει στο πατρικό της. Λέει ότι για όσα έκαναν έφταιγαν διάφορες γυναίκες που της έβαζαν λόγια και ότι οι έξυπνοι άνδρες δεν πρέπει να αφήνουν άλλες γυναίκες να μπαίνουν στο σπίτι και να βάζουν ιδέες στις δικές τους. Ο χορός απορεί που βρίζει τις ομόφυλές της έτσι.

Ο Ορέστης αποκαλύπτει τότε ότι δεν πέρασε από εκεί τυχαία αλλά γνώριζε τι συνέβαινε και ήθελε να την ελευθερώσει. Της θυμίζει ότι πριν από την εκστρατεία στην Τροία ο Μενέλαος είχε υποσχεθεί ότι θα του έδινε το χέρι της. Αλλαξογνώμησε και έδωσε την Ερμιόνη στον Νεοπτόλεμο για να τον παρασύρει στον πόλεμο της Τροίας. Ο Ορέστης λέει στην Ερμιόνη ότι προσπάθησε να μεταπείσει τον Νεοπτόλεμο και να την πάρει πίσω εξηγώντας του ότι λόγω της συμφοράς του (ότι είχε σκοτώσει τη μητέρα του) επιτρεπόταν να παντρευτεί μόνον συγγένισσά του και όχι γυναίκα από άλλη οικογένεια. "Ο Νεοπτόλεμος μου αρνήθηκε και με έβρισκε μητροκτόνο" λέει παραπονεμένος στην Ερμιόνη."Τώρα που άλλαξαν έτσι τα πράματα, θα σε πάρω από εδώ". Συμφωνούν να την πάει στη Σπάρτη κι ας αποφασίσει ο Μενέλαος με ποιον θα την παντρέψει. Όταν η Ερμιόνη του ζητάει να βιαστούν μην τους προλάβει ο Νεοπτόλεμος, ο Ορέστης την καθησυχάζει λέγοντας ότι του έστησε μια φονική παγίδα στους βράχους των Δελφών: "Ο μητροκτόνος θα του δείξει... ο θεός αλλάζει τις μοίρες των ανθρώπων και δεν τους αφήνει να υπερηφανεύονται"

Στην επόμενη σκηνή ο Ευριπίδης εκφράζει το σκεπτικισμό του βάζοντας τον χορό να αναρωτιέται πώς οι Θεοί άφησαν να συμβεί αυτό το κακό στην Τροία, απ' όπου πια δεν λάμπει φωτιά στους βωμούς των θεών. Ο χορός λέει ότι φονεύθηκε ο Αγαμέμνων από την Κλυταιμνήστρα, που όμως πλήρωσε κι αυτή το έγκλημά της, καθώς την σκότωσαν τα παιδιά της. Όμως διαταγή του θεού ήταν να σκοτώσει τη μητέρα του ο Ορέστης. "Πώς να πιστέψω σε όλα αυτά;" καταλήγει ο χορός αδυνατώντας να αποδεχθεί την καθιέρωση της μητροκτονίας. Και μετά ο χορός αναμετρά τις πληγές του πολέμου.

Ο Πηλέας μαθαίνει ότι η κόρη του Μενέλαου έφυγε επειδή φοβήθηκε μην τη διώξει ο Νεοπτόλεμος. Πληροφορείται ότι τη συνοδεύει ο Ορέστης και ο χορός τον ενημερώνει παράλληλα ότι στα σχέδια του Ορέστη είναι και "να σκοτώσει τον γιο του γιου σου" μέσα στο μαντείο των Δελφών. Ο Πηλέας θέλει να ειδοποιήσει τον Νεοπτόλεμο για τη συνωμοσία του Ορέστη με τους κατοίκους των Δελφών.

Στην επόμενη πράξη ένας αγγελιοφόρος καταφθάνει και λέει στον Πηλέα ότι ο Νεοπτόλεμος φονεύθηκε από τους κατοίκους των Δελφών με τη σύμπραξη ενός ξένου που ήρθε από τις Μυκήνες. Ο Πηλέας οδύρεται: "Πώς μου φεύγει το μόνο παιδί του μόνου μου παιδιού!" Ο αγγελιοφόρος που ανήκε στη συνοδεία του Νεοπτόλεμου του εξηγεί ότι πήγαιναν να θυσιάσουν πρόβατα στον βωμό του Φοίβου αλλά ο Ορέστης έσπερνε στην πόλη φήμες ότι όλη αυτή η συντροφιά ήταν κλέφτες και ότι θα άρπαζαν χρυσό και χρήματα, με αποτέλεσμα να κινητοποιηθούν στρατιώτες. Όταν ο Νεοπτόλεμος πήγε να προσευχηθεί, άρχισαν να τον χτυπούν με τα σπαθιά και με πέτρες. Οδύρεται ο Πηλέας:

"Ιδού τι έκανε στον υιό του Αχιλλέως ο θεός που λέγουν ότι θεσπίζει εις τους άλλους και κρίνει τα δίκαια των ανθρώπων. Ως κακός άνθρωπος ενθυμήθει και αυτός παλαιές αιτίες. Πώς λοιπόν να τον ονομάσει κανείς σοφόν;" καταλήγει ο αγγελιοφόρος για τον Απόλλωνα.

Φέρνουν τον νεκρό Νεοπτόλεμο και ο Πηλέας οδύρεται ξανά βρίζοντας τον γάμο που έγινε αιτία για το κακό. Ο χορός ακούγεται να λέει "γέροντα, έπρεπε να είχες πεθάνει πριν από το παιδί σου" και "αδίκως σε τίμησαν εις τους γάμους σου οι θεοί" (τον γάμο του με τη Θέτιδα).

Στην επόμενη σκηνή εμφανίζεται ως από μηχανής θεός η Θέτις που συμβουλεύει τον Πηλέα να θάψει τον εγγονό του στους Δελφούς για να μείνει αιώνιο αίσχος στην πόλη ο άδικος φόνος. Την αιχμάλωτη Ανδρομάχη (μυθολογία) του λέει να τη δώσει στον Έλενο, να ζήσουν στη γη των Μολοσσών. Στον ίδιο υπόσχεται αθανασία και λέει "εξερχόμενοι θα βλέπομε εις την ξηράν τον αγαπητόν Αχιλλέα που κατοικεί στη νήσο με τις λευκές ακτές, εις το στενόν του Ευξείνου. Και πάψε να λυπάσαι εκείνους που απέθανον, διότι όλοι οι άνθρωποι πρέπει να πεθάνουν -αυτή είναι η απόφαση των θεών".

Ο Πηλέας νιώθει ευγνωμοσύνη για τη γυναίκα του και λέει "καλό είναι κανείς να δίδει τα παιδιά του εις τους καλούς, να αποφεύγει δε τον κακόν γάμο ακόμα κι αν πρόκειται για πλουσίαν προίκα". Ο χορός καταλήγει ¨"εκείνα που επεριμέναμεν, δεν έγιναν και ο θεός ευρήκε διέξοδον εις τα ανέλπιστα"

πολλαὶ μορφαὶ τῶν δαιμονίων,
πολλὰ δ᾽ ἀέλπτως κραίνουσι θεοί:
καὶ τὰ δοκηθέντ᾽ οὐκ ἐτελέσθη,
τῶν δ᾽ ἀδοκήτων πόρον ηὗρε θεός.
τοιόνδ᾽ ἀπέβη τόδε πρᾶγμα.

Η Θέτις έχει κοινά σημεία με την Ανδρομάχη, καθώς και οι δύο βρέθηκαν παντρεμένες (η μία με τον Πηλέα και η άλλη με τον Νεοπτόλεμο) χωρίς να τον έχουν επιλέξει οι ίδιες. Επίσης έχουν το τραγικό κοινό σημείο ότι ο Τρωικός πόλεμος τους στοίχισε τα παιδιά τους, στη θεά τον γιο της Αχιλλέα και στην Ανδρομάχη τον Αστυάνακτα καθώς και τον αγαπημένο της σύζυγο Έκτορα ενώ τώρα απειλείται και πάλι ένας γιος της, αυτή τη φορά ο Μολοσσός. Η Θέτις δεν εμφανίζεται ως ο από μηχανής θεός για χάρη της Ανδρομάχης, αλλά για τον Πηλέα, όπου ο Ευριπίδης θέλει να δείξει την καλή όψη του σωστού γάμου. Παρότι θεά δηλώνει ότι κλαίει σαν θνητή για το χαμό του παιδιού της Αχιλλέα και συμπεριφέρεται ως απλή γυναίκα όσον αφορά και στην αφοσίωσή της στις οικογενειακές συζυγικές αξίες.

Η Ανδρομάχη είναι μια βασανισμένη γυναίκα που έχασε άντρα και γιο στον Τρωικό πόλεμο, αλλά επίσης και τον πατέρα της και τα αδέλφια της νωρίτερα, στον ίδιο πόλεμο με τους Αχαιούς. Τώρα κινδυνεύει και το μοναχοπαίδι της.[9] Διχάζεται ανάμεσα στο παρελθόν και το παρόν, καθώς νιώθει ακόμα την ανάγκη να αγαπά και να επικαλείται τον Έκτορα, αλλά και τον Νεοπτόλεμο, που είναι ο μόνος που μπορεί να την προστατέψει. Βιώνει την τραγική αντίφαση να έχει παντρευτεί ουσιαστικά τον φονιά του άνδρα της (φονεῦσιν Ἕκτορος νυμφεύομαι, 403) και του πρώτου παιδιού της, αλλά συνάμα και να πρέπει να τον τιμά, γιατί από αυτόν εξαρτάται η επιβίωση της ίδιας και του τωρινού γιου της, του Μολοσσού. Βιώνει επίσης την προσωπική αντίφαση να έχει ξεκινήσει τη ζωή της ως πλούσιο κορίτσι που εν συνεχεία παντρεύτηκε ένα βασιλόπουλο, τον Έκτορα, και μετά βρέθηκε αιχμάλωτη και λάφυρο πολέμου, χωρίς να χαίρει σεβασμού όπως παλιά ως μέλλουσα βασίλισσα της Τροίας (δούλειον ἦμαρ ἐσπεσοῦσ’ ἀναξίως). Έγινε σύνδουλος και παλλακίδα, κάτι που της τονίζει η δεύτερη σύζυγος του Νεοπτόλεμου, η Ερμιόνη. Σαν σύζυγος του Έκτορα έδειξε αφοσίωση και όπως λέει ανέθρεφε ακόμα και τα παιδιά που αυτός είχε αποκτήσει με τις απιστίες του -κάτι που το επικαλείται για να δείξει και η Ερμιόνη έλεος προς τον Μολοσσό, που στο κάτω-κάτω δεν ήταν παιδί απιστίας και είχε γεννηθεί προτού ο Νεοπτόλεμος παντρευτεί την κόρη του Μενέλαου. Η Ανδρομάχη αναγκάζεται να αντιμετωπίσει και άλλη εσωτερική σύγκρουση όμως: για να σωθεί από τον Μενέλαο και την Ερμιόνη καταφεύγει ως ικέτιδα στον ναό της Θέτιδας, δηλαδή της μητέρας του άνδρα που σκότωσε τον άντρα της και που έγινε αιτία να χάσει και το παιδί της. Μέσα από την Ανδρομάχη ο Ευριπίδης γράφει ουσιαστικά ένα αντιπολεμικό έργο, με ενδόμυχη αναφορά στις τραγικές συνέπειες του Πελοποννησιακού πολέμου, αλλά με άμεση αναφορά στον Τρωικό. Η Ανδρομάχη λέει ότι όλα όσα στοίχισε ο πόλεμος αυτός έφεραν ασήμαντα κέρδη και έδειχναν ποταπά κίνητρα. Κατηγορεί την Ερμιόνη ότι για όλα έφταιγε η μητέρα της Ελένη. Ο Ευριπίδης παρουσιάζει την Ανδρομάχη σαν την ιδανική γυναίκα, σε αντίθεση με την Ερμιόνη[10]. Είναι ώριμη, γενναία και πάσχει αδίκως. Εντούτοις δεν συμφωνούν όλοι ως είναι η πρωταγωνίστρια αλλά ότι απλώς χρησιμεύει ώστε ο Ευριπίδης να θίξει πολλαπλά θέματα. Μέσα από την Ανδρομάχη ο Ευριπίδης καταγγέλλει την όλη πολιτική της Σπάρτης και με αφορμή τον Τρωικό πόλεμο μιλά ουσιαστικά για τον Πελοποννησιακό. Επίσης μέσα από την Ανδρομάχη στρέφεται κατά της βίας, της ανομίας, της έλλειψης δικαίου, εναντίον της σκληρής εξουσίας, της απληστίας, του εγωισμού αλλά και του ρατσισμού.[11]

Η γυναίκα αυτή δείχνει να μην έχει τη διάθεση να υπερασπιστεί την τιμή της μητέρας της Ελένης με την οποία όμως ο Ευριπίδης δείχνει να μοιάζει σε πολλά. Φαίνεται κατατρεγμένη από το γεγονός ότι είναι κόρη μιας γυναίκας με τόσο βεβαρυμένο ιστορικό και χαρακτηριστικά, όμως στην πράξη αδυνατεί να αποστασιοποιηθεί. Ο Ευριπίδης την παρουσιάζει σχεδόν καταραμένη να μοιάσει στη Ελένη και όταν τελικά εγκαταλείπει το σπιτικό της για τον Ορέστη, ο συγγραφέας έχει πείσει τον θεατή ότι αυτή η πανούργα, εγωίστρια, κακομαθημένη[12] και υστερική νεαρή γυναίκα βρήκε επιτέλους εκείνον που της άξιζε. Άλλοι κριτικοί της τραγωδίας δεν βλέπουν το ίδιο. Θεωρούν αντίθετα την Ανδρομάχη ως την υποταγμένη γυναίκα, ενώ στην Ερμιόνη βλέπουν την τρελά ερωτευμένη[13] και για την εποχή της χειραφετημένη γυναίκα που τρελαίνεται στη σκέψη ότι ο άντρας της δεν τη λαχταράει ερωτικά. Δεν μπορεί να τον υποτάξει μόνη, αλλά αποφασίζει να φτάσει στα άκρα με τη βοήθεια του πατέρα της. Οδηγείται σε ακραίες κινήσεις γιατί της λείπει η ωριμότητα να προσεγγίσει τον Νεοπτόλεμο χωρίς να τον προσβάλλει και τον θίγει συστηματικά[14]. Όμως ακόμα κι αν η Ερμιόνη είναι πολύ ερωτευμένη, ο Ευριπίδης δεν φαίνεται κάπου να δικαιολογεί τις ακρότητές της καθώς και του πατέρα της, οπότε αυτή η όψη της Ερμιόνης στη συγκεκριμένη τραγωδία είναι μάλλον υποκειμενική κρίση παρά ερμηνεία των προθέσεων του έργου.

Η νεαρή κόρη του Μενέλαου προσβάλλει την Ανδρομάχη με κάθε τρόπο, ως δούλα, απολίτιστη και κυρίως ως βάρβαρη (η εκτεταμένη αναφορά στη βαρβαρότητα μπορεί να σχετίζεται με τη διεθνιστική σχετικά αντίληψη του Ευριπίδη, ίσως με το ρεύμα της εποχής, που δεν ήταν τόσο αντιβαρβαρικό όσο παλιά, αλλά και ίσως για να ευαισθητοποιήσει το κοινό ότι και οι Αθηναίες κινδυνεύουν να βρεθούν στη θέση δούλων αν νικήσουν τελικά οι Σπαρτιάτες).

Το κεντρικό της πρόβλημα όπως το αντιλαμβάνεται η ίδια είναι ότι έχει απέναντί της μια βάρβαρη που έδωσε στον Νεοπτόλεμο παιδιά, ενώ εκείνη όχι. Όταν καταλαβαίνει ότι παραλογίζεται και ότι δεν θα πάψει να είναι μισητή στη Φθία ακόμα κι αν απαλλαγεί από την Ανδρομάχη, κι ότι ακόμα ίσως ο Νεοπτόλεμος μαθαίνοντας τις ραδιουργίες της τη σκοτώσει ή τη διώξει, ζητάει τη βοήθεια του Ορέστη για τη μοναδική λύση που βλέπει ρεαλιστικά συμφέρουσα, δηλαδή να επιστρέψει στο πατρικό της.

Εμφανίζεται για να σώσει την Ανδρομάχη και τον Μολοσσό ως δισέγγονό του. Και ο Πηλέας εκφράζει τις αντιπολεμικές (και αντισπαρτιατικές) απόψεις του συγγραφέα, αφού κατηγορεί τον Μενέλαο ότι τώρα θέλει να εξοντώσει αθώους όπως παλιότερα κίνησε ολόκληρο πόλεμο για μια άπιστη γυναίκα. Τον κατηγορεί ότι για χάρη της έβαλε τον αδελφό του Αγαμέμνονα να σφάξει την κόρη του Ιφιγένεια. Ο Πηλέας έχει βαθύτατους λόγους να μισεί τον πόλεμο, αφού στον Τρωικό έχασε τον γιο του Αχιλλέα. Τώρα ο άνθρωπος που του στοίχισε το πρώτο του παιδί, του στερεί και το εγγόνι του, τον Νεοπτόλεμο και ως τραγικός πατέρας εύχεται να είχε πεθάνει εκείνος στον πόλεμο και όχι ο Αχιλλέας ενώ αλλού εύχεται να είχε πέσει κεραυνός να σκοτωθεί η Ερμιόνη.

Παρουσιάζεται περιφρονητικά ως δούλος της αδυναμίας προς τη γυναίκα του Ελένη (κάτι με το οποίο ο συγγραφέας απέδειξε εμπράκτως ότι διαφωνεί, αφού σε αντίστοιχη περίπτωση χώρισε και από τις δύο συζύγους του επειδή τον απατούσαν). Ο Μενέλαος υπερασπίζεται την Ελένη και αποδίδει τον Τρωικό πόλεμο στη βούληση των θεών. Ουσιαστικά το μοναδικό ισχυρό σημείο του έναντι του Πηλέα είναι η υπόμνηση της αδελφοκτονίας (ο αδελφός του Πηλέα, Τελαμώνας, είχε σκοτώσει τον αδελφό του Φώκο και ο Πηλέας είχε παίξει αδιευκρίνιστο ρόλο). Στην περίπτωση της κόρης του, την οποία εν μέρει χειραγωγεί αφού την έχει παντρέψει με δική του επιλογή με τον Νεοπτόλεμο, δείχνει να αναμιγνύεται ως πατέρας που ενδιαφέρεται και που όμως μάλλον παρασύρεται από τα καμώματά της. Δείχνει ανίκανος να νουθετήσει ώστε να γίνει καλή σύζυγος, και επιλέγει την εύκολη λύση -την εκτέλεση της ερωτικής αντιπάλου της.

Εμφανίζεται ως αδίστακτος βοηθός της Ερμιόνης αλλά και ως ο εκ νέου υποψήφιος μνηστήρας της. Στο τέλος του έργου αποκαλύπτεται και η πραγματική αιτία του ατυχούς γάμου του Νεοπτολέμου με την Ερμιόνη -γάμου που τελικά του στοίχισε τη ζωή. Έτσι αναδεικνύεται ένα από τα κεντρικά ζητήματα του έργου που είναι ο ρόλος της κακής συζύγου αλλά και των ανδρών που τη χειραγωγούν. Συγκεκριμένα, ο Μενέλαος είχε υποσχεθεί την κόρη του Ερμιόνη στον Ορέστη, αλλά προκειμένου να δελεαστεί ο Νεοπτόλεμος να στείλει στρατό στην Τροία, του υποσχέθηκε εν αγνοία του Ορέστη ότι θα του δώσει γυναίκα του την Ερμιόνη και κατά συνέπεια του έταξε στην ουσία το βασίλειό του. Ο Νεοπτόλεμος αποκαλύπτεται δηλαδή ότι από φιλοδοξία είχε δεχτεί να συμμετάσχει στην εκστρατεία στην Τροία και ότι η Ερμιόνη ήταν ίσως το αναγκαίο κακό για να αποκτήσει δικαιώματα στο βασίλειο του Μενέλαου. Ο Ορέστης παρότι έχει σκοτώσει τη μητέρα του, ζητά με θράσος από τον Νεοπτόλεμο να του παραχωρήσει την Ερμιόνη (άγνωστο αν τον ενδιέφερε ως γυναίκα ή αν το κίνητρό του ήταν να αναρριχηθεί στον θρόνο του Μενέλαου) και όταν ο Νεοπτόλεμος αρνείται, ο Ορέστης τον οδηγεί στον θάνατο.[15] Η διαμάχη του Ορέστη και του Νεοπτολέμου με τόσο τραγικές συνέπειες για το δεύτερο και τον Πηλέα αλλά και την ταραχή που προκαλεί στην Ανδρομάχη, οφείλεται πάλι σε μια γυναίκα (την Ερμιόνη) όπως και η διαμάχη των πατεράδων τους Αγαμέμνονα και του Αχιλλέα (για τη Βρισηίδα)

Εμφανίζεται μόνον νεκρός στο τέλος, αλλά οι αναφορές σε αυτόν είναι διαρκείς. Φέρεται να παντρεύεται από φιλοδοξία την Ερμιόνη και να υβρίζει τον Απόλλωνα ως τον θεό που προκάλεσε τον θάνατο του πατέρα του, ενός πατέρα πάντως που δεν γνώρισε ποτέ. (Η Δηιδάμεια τον ανέθρεψε στη Σκύρο μόνη της) Το γεγονός ότι πηγαίνει μετανιωμένος στους Δελφούς για να εξιλεωθεί που εξύβρισε τον Απόλλωνα δεν αρκεί για να γλιτώσει από τη μοίρα του και σκοτώνεται -στην αρχαία ελληνική κουλτούρα η μεταμέλεια δεν ήταν ικανή και αναγκαία συνθήκη για βελτίωση των καταστάσεων. Ο Ευριπίδης αποδίδει σκόπιμα ευθύνες στον Απόλλωνα για το χαμό του Νεοπτολέμου.

Στην Ανδρομάχη προβάλλονται πολύ οι γυναίκες, γεγονός που πιθανά ερμηνεύεται από την προσπάθεια του συγγραφέα να χρησιμοποιήσει το γυναικείο φύλο σε εποχή που ο ανδρικός ηρωισμός διέρχεται κρίση. Κατά γενική εκτίμηση παλιότερα η Ανδρομάχη θεωρείτο "όχι και η καλύτερη των τραγωδιών του Ευριπίδη". Η βασική ένσταση εστιαζόταν σε τεχνικά ζητήματα, στους νεωτερισμούς του συγγραφέα και διανοητή καθώς και στην τάση του να πειραματίζεται αδιάκοπα -όχι στην ουσία του έργου. Ξένισαν οι αναχρονισμοί του (γράφτηκαν ολόκληρες σελίδες για το πώς πρόλαβε ο Ορέστης να συνοδεύσει την Ερμιόνη και να πάει στους Δελφούς να σκοτώσει τον Νεοπτόλεμο) και η δυσκολία εντοπισμού ενός κεντρικού ήρωα όπως ήταν ο κανόνας στις τραγωδίες της εποχής -όχι όμως και στα πάντα πολυδιάστατα έργα του Ευριπίδη. Ο ήρωας κατά τη γνώμη των κριτικών έπρεπε να είναι διαρκώς παρών και όχι να χάνεται (όπως η Ανδρομάχη, που λείπει από πολλές σκηνές και φέρεται να επανεμφανίζεται ίσως βουβή στο τέλος). Εντούτοις οι περισσότεροι κριτικοί σήμερα δέχονται ότι το έργο ουσιαστικά έχει τρεις ενότητες με την κάθε μια να έχει σαφώς αρχή και τέλος, περιπέτεια και σωτηρία (στην πρώτη ενότητα η Ανδρομάχη που σώνεται από τον Πηλέα, στη δεύτερη η Ερμιόνη που ο Ορέστης τη γλιτώνει από τις συνέπειες των πράξεών της και στην τρίτη ο Πηλέας που σώνεται από τη Θέτιδα. Σε αυτές τις ενότητες παλιότερα οι κριτικοί έβλεπαν αδυναμία του συγγραφέα και όχι δημιουργικότητα όπως σήμερα. Τέλος τους ενόχλησε (κυρίως στην εποχή του, αλλά και σήμερα, τους συντηρητικούς αρχαιολάτρες) η ελευθεροστομία των ηρώων την οποία ανέχονταν μόνο στις κωμωδίες (π.χ. στην Ανδρομάχη η φράση "απληστία λέχους"). Στην Ανδρομάχη όπως και σε άλλα έργα του -μα και στην προσωπική ζωή του- ο Ευριπίδης έδειξε να μη φοβάται τις αλλαγές, το ρεαλισμό και την αμφισβήτηση και αποτέλεσε επιλογή του να διαφοροποιηθεί από τους συγχρόνους του στη δομή, χρησιμοποιώντας ως ενοποιητικό παράγοντα στο συγκεκριμένο έργο κατ' άλλους την Ανδρομάχη[16] που το δράμα της πυροδοτεί όλες τις εξελίξεις και κατ' άλλους τον απολύτως απόντα Νεοπτόλεμο.[17] Η Ανδρομάχη αξιολογείται ως μάλλον το πιο αδικημένο παρά το πιο μέτριο έργο του Ευριπίδη, καθώς προβάλλει με καινοτόμο τέχνη πολλά και βαθύτατα ζητήματα.[18]

  1. Τhe Classical Quarterly (New Series) / Volume 45 / Issue 02 / December 1995, pp
  2. θέμα ιδιαίτερης ευαισθησίας για τον Ευριπίδη μια που και οι δύο συζυγοί του ήταν ζωηρές και τις χώρισε
  3. Clasical weekly, 1955, Concordance to Euripides
  4. παρουσιάζεται ως πατέρας τριών παιδιών ενώ ο Θουκυδίδης και άλλοι αναφέρουν ως γιο του και τον στρατηγό Ξενοφώντα που σκοτώθηκε στη Χαλκιδική
  5. Greek Tragedy, London, 1961
  6. Andromache and the Euripidian Tragedy, William Allan
  7. απόδοση Γ. Τσοκόπουλου, εκδόσεις Φέξη, 1910
  8. σύμφωνα με την παράδοση ο Φώκος φονεύθηκε από τον Τελαμώνα και όχι τον Πηλέα
  9. υπάρχουν πάντως αναφορές ότι είχε αποκτήσει τρεις γιους και μία κόρη με τον Νεοπτόλεμο. Ίσως απέκτησε μετά τα άλλα παιδιά, ίσως και να είναι εσφαλμένες οι αναφορές
  10. Euripides Andromache, translated by Susan Stewart, Wesley D. Smith, 2001,Oxford University Press
  11. The Greek/Barbarian Interaction in Euripides' Andromache,
  12. The drama of euripides, G.M.A. Grube
  13. A.W. Verral, Essays on four plays of Euripides, 1905
  14. τον αποκαλεί "νησιώτη" σύμφωνα με την Ανδρομάχη και τον υποτιμά ως φτωχό σε σύγκριση με τον πατέρα της Μενέλαο. Δεν ξέρουμε όμως αν η στάση της ήταν έτσι εξαρχής ή εντάθηκε από ζήλεια για την Ανδρομάχη
  15. μόνον ο Ευριπίδης συνδέει τον Ορέστη με τον θάνατο του Νεοπτόλεμου
  16. The mute Andromache, H. Golder
  17. Waiting for Neoptolemus:The unity of Euripides' Andromache, 1996
  18. The Andromache and Euripidean Tragedy, William Allan,2003, Oxford University Press