Ψήφος εμπιστοσύνης ονομάζεται η ψηφοφορία που προτείνεται από μια κυβέρνηση στο νομοθετικό σώμα για να καταγραφεί η εμπιστοσύνη των αντιπροσώπων προς την κυβέρνηση. Η πρόταση ψηφίζεται ή απορρίπτεται με κοινοβουλευτική πλειοψηφία. Σε περίπτωση μη κύρωσης της ψήφου η κυβέρνηση παραιτείται ή, αν δεν παραιτηθεί, ο αρχηγός του κράτους (σε κοινοβουλευτικά και προεδρικά συστήματα είναι ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας) διαλύει το κοινοβούλιο και προκηρύσσει εκλογές. Η ψήφος εμπιστοσύνης μπορεί να προταθεί από την κυβέρνηση συλλογικά ή για οποιοδήποτε μέλος της, συμπεριλαμβανομένου του πρωθυπουργού. Συνήθης λόγος για ψήφο εμπιστοσύνης είναι για να πάρει η κυβέρνηση τη συγκατάθεση του κοινοβουλίου για την ολοκλήρωση σημαντικών κοινοβουλευτικών έργων. Μπορεί επίσης να χρησιμοποιηθεί για να ενώσει ένα διαιρεμένο κόμμα ή κυβέρνηση, δημιουργώντας μια αίσθηση «ενότητας για όλους», δημιουργώντας έτσι δίαυλο επικοινωνίας κυβέρνησης και αντιπολίτευσης.

Στην Ελληνική Δημοκρατία, η διαδικασία αυτή αναφέρεται στο άρθρο 84 του Συντάγματος της Ελλάδας με τίτλο "Εμπιστοσύνη της Βουλής-Αρχή της δεδηλωμένης", όπου εξηγείται ότι η κυβέρνηση εξαρτάται από την εμπιστοσύνη της Βουλής.[1]

Δείτε επίσης

Επεξεργασία

Παραπομπές

Επεξεργασία