Η Κανονιοφόρος (Gunboat) (συντομογραφία Κ/Φ) είναι ένα σχετικά μικρού εκτοπίσματος μηχανοκίνητο περιπολικό πολεμικό πλοίο, ο βασικός οπλισμός του οποίου αποτελείται από ένα ή περισσότερα πυροβόλα όπλα (κανόνια) στην πλώρη, στην πρύμνη και στο μεσόστεγο.

Αμερικανικές θωρακισμένες κανονιοφόροι (ironclad gunboats) επιτίθενται στο φρούριο Ντόνελσον (Fort Donelson) τον Φεβρουάριο του 1862

Παλαιότερα, η κανονιοφόρος ήταν ιστιοφόρο πλοίο, με κύρια αποστολή την προσβολή των πλησιέστερων ακτών. Τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά της κανονιοφόρου υπήρξαν ανέκαθεν ακαθόριστα περιλαμβάνοντας έτσι πλείστα είδη πολεμικών πλοίων από βάρκες κανονιέρες μέχρι θωρακισμένες ακταιωρούς και αργότερα μεγαλύτερα σκάφη.

Την εποχή των ιστίων η κανονιοφόρος ήταν συνήθως ένα μικρό σκάφος, λέμβος, λεγόμενη "κανονιέρα", χωρίς κατάστρωμα που μετέφερε ένα κανόνι στην πλώρη. Οι κανονιοφόροι αργότερα έφεραν ένα ή δύο κατάρτια ή κινούνταν με κουπιά, η πλέον συνήθης έκδοση όμως ήταν αυτή ενός σκάφους μήκους περίπου 50 ποδιών με μονό κατάρτι. Κάποιοι τύποι κανονιοφόρων έφεραν δύο κανόνια ή αριθμό μικρότερων κανονιών στα κιγκλιδώματα.

Το πλεονέκτημα αυτού του τύπου κανονιοφόρων ήταν ότι, μεταφέροντας μόνο ένα κανόνι, το οποίο δεν ήταν ιδιαίτερα βαρύ, το πλοίο μπορούσε να κινηθεί σε ρηχά νερά, όπου ο πλους μεγαλύτερων πλοίων ήταν αδύνατος. Ένα μόνο πλήγμα από μία φρεγάτα ήταν αρκετό για να καταστρέψει μία κανονιοφόρο, όμως μία φρεγάτα αντιμέτωπη με αρκετές κανονιοφόρους στην εκβολή ενός ποταμού, για παράδειγμα, ήταν πιθανό να υποστεί σημαντικές ζημιές εωσότου να καταφέρει να τις βυθίσει όλες. Οι κανονιοφόροι επίσης ήταν εύκολες και γρήγορες στην κατασκευή. Τα πλοία που μετείχαν στην μάχη της νήσου Βάλκουρ (Battle of Valcour Island) στην λίμνη Τσαμπλέην (Lake Champlain) της Νέας Υόρκης το 1776 ήταν κυρίως κανονιοφόροι που κατασκευάστηκαν εκείνη τη στιγμή.

Όλες οι ναυτικές δυνάμεις εκείνης της περιόδου διατηρούσαν ένα αριθμό κανονιοφόρων. Οι κανονιοφόροι έπαιξαν σημαντικό ρόλο στα σχέδια των Γάλλων να εισβάλουν στη Βρετανία το 1804 και χρησιμοποιήθηκαν εκτενώς στον επονομαζόμενο «Πόλεμο των κανονιοφόρων» (Gunboat War) ανάμεσα στις δυνάμεις της Δανίας και της Νορβηγίας ενάντια στο Βρετανικό Βασιλικό Ναυτικό, στη διάρκεια των Ναπολεόντειων Πολέμων. Μεταξύ του 1803 και του 1812 το Αμερικανικό Ναυτικό ακολούθησε την τακτική της διατήρησης των ναυτικών δυνάμεών του σε παράκτιες κανονιοφόρους και πειραματίστηκε σε διάφορες σχεδιάσεις, που όμως αποδείχθηκαν άχρηστες κατά τη διάρκεια του πολέμου του 1812.

 
Η κανονιοφόρος SMS Panther

Η χρήση κανονιοφόρων αναβίωσε στη διάρκεια του Αμερικανικού Εμφυλίου, όποτε χρησιμοποιήθηκαν ως βάση για την κατασκευή τους τροχήλατα ατμόπλοια. Αρχικά μετατράπηκαν κάποια επιβατικά ατμόπλοια, αργότερα όμως κατασκευάστηκαν επί τούτου κάποια σκάφη, όπως το USS Miami (1861). Συνήθως έφεραν δώδεκα κανόνια ή περισσότερα, πολλές φορές μεγάλου διαμετρήματος, και ήταν θωρακισμένα.

Στα τέλη του 19ου αιώνα και στις αρχές του 20ου, «κανονιοφόρος» ήταν το συνηθισμένο όνομα που χρησιμοποιούνταν για μικρά οπλισμένα σκάφη, τα οποία συχνά καλούνταν «κανονιοφόροι περιπολιών». Αυτά κατατάσσονταν, από το μικρότερο στο μεγαλύτερο, σε ποτάμιες κανονιοφόρους, ποτάμια μόνιτορ (river monitor), κανονιοφόροι παράκτιας άμυνας και ολοκληρωμένα μόνιτορ (monitor) για παράκτιους βομβαρδισμούς.

Στο Αμερικανικό ναυτικό αυτά τα σκάφη έφεραν τον κωδικό κύτους «PG»[1], ή PGM (προφέρονταν Πι-Τζι-Έμ), είχαν εκτόπισμα λιγότερο από 2.000 τόνους, μήκος περίπου 200 πόδια, βύθισμα 10 με 15 πόδια και έφερα όπλα διαμετρήματος 5 – 6 ίντσών. Ένα σημαντικό χαρακτηριστικό των σκαφών αυτών ήταν η ικανότητά τους να επιχειρούν σε ποτάμια, δίνοντας τους τη δυνατότητα να προσεγγίζουν στόχους μακριά από τις ακτές, κάτι που δεν ήταν εφικτό από άλλο μέσο έως τότε και μέχρι την εμφάνιση του αεροπλάνου. Την περίοδο εκείνη οι κανονιοφόροι χρησιμοποιήθηκαν από τις ναυτικές δυνάμεις για την αστυνόμευση των αποικιών τους ή αδύναμων χωρών. Αυτή η κατηγορία κανονιοφόρων αποτέλεσε την έμπνευση για τον όρο «Διπλωματία των κανονιοφόρων».

Κατά τη διάρκεια του Β’ παγκοσμίου πολέμου οι κανονιοφόροι του Βρετανικού ναυτικού ήταν παρόμοιες με τα τορπιλοβόλα, εξοπλισμένες όμως με πυροβόλα και μεγάλου διαμετρήματος όπλα, έως 57 χιλ., με αποστολή την αντιμετώπιση των εχθρικών τορπιλοβόλων ή μικρότερων σκαφών και ονομάζονταν μηχανοκίνητες κανονιοφόροι (Motor Gun Boat - MGB).

Μεταπολεμικά, ο όρος «μηχανοκίνητες κανονιοφόροι» χρησιμοποιήθηκε για μικρότερα σκάφη, τα οποία είχαν εκτόπισμα γύρω στους 500 τόνους.

Οι κανονιοφόροι εξακολουθούν να κατασκευάζονται και να υπηρετούν σε ναυτικές δυνάμεις σε ολόκληρο τον κόσμο, κυρίως όμως χρησιμοποιούνται για καθήκοντα ακτοφυλακής.

Η χρήση κανονιοφόρων στην Ελλάδα

Επεξεργασία
 
Η Κ/Φ Τόλμη του Π.Ν. εν πλω
 
Κ/Φ Αήττητος, P-268
 
Κ/Φ Ναυμάχος, P-19

Το Ελληνικό Πολεμικό Ναυτικό χρησιμοποιούσε κανονιοφόρους από τις αρχές της δεκαετίας του 1830. Σήμερα οι Ελληνικές κανονιοφόροι είναι ενταγμένες στη Διοίκηση Κανονιοφόρων, που συστάθηκε το 2002 και υπάγεται στο Αρχηγείο Στόλου.

Οι παλαιές κανονιοφόροι του Ελληνικού Πολεμικού Ναυτικού ήταν:

Κανονιοφόροι κλάσης «Thetis»

Οι σημερινές κανονιοφόροι του Ελληνικού Πολεμικού Ναυτικού είναι:

Κανονιοφόροι κλάσης «Osprey-55»
Κανονιοφόροι κλάσης «Asheville»
Κανονιοφόροι κλάσης «Osprey HSY-56A»

Παραπομπές

Επεξεργασία
Σημειώσεις
  1. αρχικά του Patrol Gunboat
Πηγές
  • Chapter 4, "The Gunboat Navy", of Howard Chapelle, The History of the American Sailing Navy (Norton, 1949)

Εξωτερικοί σύνδεσμοι

Επεξεργασία