Τελλούριο: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
Vchorozopoulos (συζήτηση | συνεισφορές)
μΧωρίς σύνοψη επεξεργασίας
Vchorozopoulos (συζήτηση | συνεισφορές)
μΧωρίς σύνοψη επεξεργασίας
Γραμμή 85:
To '''τελλούριο''' ([[λατινική γλώσσα|λατινικά]]: ''tellurium'') είναι το [[χημικό στοιχείο]] με [[χημικό σύμβολο]] '''Te''' και [[ατομικός αριθμός|ατομικό αριθμό]] [[52 (αριθμός)|52]]. Η [[σχετική ατομική μάζα]] του είναι 127,60(3)<ref>{{cite journal|title= Atomic weights of the elements 2009 (IUPAC Technical Report)|author= Michael E. Wieser and Tyler B. Coplen|journal= Pure Appl. Chem.|volume= 83|issue = 2|year= December 2010|pages= |format= PDF|url= http://www.iupac.org/publications/pac/pdf/2011/pdf/8302x0359.pdf|accessdate = 25/7/2012}}</ref>. Ανήκει στην [[χαλκογόνα|ομάδα 16]] (VI<sub>A</sub>, με την παλαιότερη ταξινόμηση) του [[περιοδικός πίνακας|περιοδικού πίνακα]], στην περίοδο 5 και στον τομέα p. Έχει (κανονική) [[θερμοκρασία τήξης]] 449,51&nbsp;°C και (κανονική) [[θερμοκρασία βρασμού]] 988&nbsp;°C. To χημικά καθαρό τελλούριο, στις [[κανονικές συνθήκες|συνηθισμένες συνθήκες]], είναι εύθραυστο, κονιορτοποιείται εύκολα, ήπια [[τοξικότητα|τοξικό]], σπάνιο, αργυρόλευκο [[στερεό]] [[μεταλλοειδή|μεταλλοειδές]]<ref group="Σημ.">Η IUPAC προτείνει τον όρο "ημιμέταλλο" (semimetal) αντί του όρου "μεταλλοειδές" (metalloid)</ref>, που φαίνεται (οπτικά) όμοιο με τον [[κασσίτερος|κασσίτερο]], αλλά από χημικής άποψης είναι συγγενικό με το [[σελήνιο]] και το [[θείο]]. Είναι [[ημιαγωγός]] p-τύπου και παρουσιάζει μεγαλύτερη [[αγωγιμότητα]] προς ορισμένες κατευθύνσεις, ανάλογα με την ευθυγράμμιση των ατόμων του στο κρυσταλλικό πλέγμα. Οι χημικές του ιδιότητες είναι παρόμοιες με του θείου. Σχηματίζει πολλές ενώσεις, χωρίς όμως εμπορικό ενδιαφέρον. [[Καύση|Καίγεται]] στον αέρα δίνοντας [[διοξείδιο του τελλουρίου]] (TeO<sub>2</sub>), ενώ δεν αντιδρά με το [[νερό]], ούτε με αραιά διαλύματα [[βάση|βάσεων]], αλλά ούτε και με μη-οξειδωτικά [[οξύ|οξέα]] όπως το [[υδροχλωρικό οξύ|υδροχλωρικό]]. [[Οξειδοαναγωγή|Οξειδώνεται]] από το [[νιτρικό οξύ|νιτρικό]], από το πυκνό θερμό [[θειικό οξύ]] και από τα [[αλογόνα]], με τα οποία σχηματίζει διαλογονίδια (TeX<sub>2</sub>) και τετραλογονίδια (TeX<sub>4</sub>). Σχηματίζει το [[τελλουριώδες οξύ]] (H<sub>2</sub>TeO<sub>3</sub>) που οξειδώνεται προς [[τελλουρικό οξύ]] (H<sub>2</sub>TeO<sub>4</sub>). <ref name=>[http://tellurium.atomistry.com/ Atomistry. Periodic Table of Chemical Elements]</ref>.
Το τελλούριο περιστασιακά υπάρχει στη φύση σε κρυσταλλική στοιχειακή μορφή, αλλά συνήθως βρίσκεται μαζί με [[χρυσός|χρυσό]] σε ορυκτά όπως ο [[καλαβερίτης]] και ο [[κρεννερίτης]], ή και με [[άργυρος|άργυρο]] όπως ο [[πετζίτης]] και ο [[συλβανίτης]]. Το τελλούριο είναι πιο συνηθισμένο στο (υπόλοιπο) [[σύμπαν]] από ότι είναι πάνω στη [[Γη]]. Η εξαιρετική σχετική σπανιότητά του στο γήινο φλοιό είναι συγκρίσημη με εκείνη του [[λευκόχρυσος|λευκοχρύσου]]. Αυτό οφείλεται εν μέρει στο σχετικά υψηλό ατομικό του αριθμό αλλά και στο γεγονός ότι σχηματίζει [[πτητικότητα|πτητικό]] [[υδρίδια|υδρίδιο]], το [[υδροτελλούριο]] (H<sub>2</sub>Te), οπότε μέρος του στοιχείου χάθηκε στο [[διάστημα]] κατά τη διάρκεια του σχηματισμού του [[πλανήτης|πλανήτη]] μας από σχηματισμό θερμού [[νεφέλωμα|νεφελώματος]].
 
Το τελλούριο αναλύφθηκε το [[1782]] από τον [[Φρανζ-Τζόζεφ Μύλλερ φον Ρέιχενσταϊν]] (''Franz-Joseph Müller von Reichenstein''), στην [[Αψβουρκική Αυτοκρατορία]], σε [[ορυκτό]] που περιείχε τελλούριο και [[χρυσός|χρυσό]]. Το [[1798]] ο [[Μάρτιν Χάιντριχ Κλάπροθ]] (''Martin Heinrich Klaproth'') ονόμασε το (τότε) νέο στοιχείο από το λατινικό όνομα για τη Γη ''tellus''. Τα ορυκτά [[χαλκογονίδια του χρυσού|τελλουριούχου χρυσού]] είναι οι πιο αξιοσημείωτες φυσικές ενώσεις του χρυσού. Ωστόσο, δεν έχουν σημαντική εμπορική αξία για την παραγωγή του ίδιου του τελλούριου.
 
Το τελλούριο σήμερα παράγεται σχεδόν αποκλειστικά ως παραπροϊόν της παραγωγής [[χαλκός|χαλκού]] και [[μόλυβδος|μολύβδου]] και οι κυριότερες χώρες παραγωγής είναι οι [[Ηνωμένες Πολιτείες Αμερικής|ΗΠΑ.]] και η [[Ιαπωνία]]<ref name="MINERAL COMMODITY SUMMARIES 2012">{{cite book
|title= MINERAL COMMODITY SUMMARIES 2012|edition = |chapter =
|author= |editor= |year= 2012|publisher= U.S. Geological Survey
Γραμμή 96 ⟶ 98 :
|ISBN = |format= PDF|accessdate= 25/7/2012}}</ref>.
Η κύρια εμπορική εφαρμογή του τελλουρίου είναι στην παραγωγή [[κράμα|κραμάτων]], κυρίως με [[χάλυβας|χάλυβα]] και χαλκό, για να αυξήσει τις μηχανικές τους ιδιότητες. Επίσης χρησιμοποιείται ως καταλύτης στην επεξεργασία του καουτσούκ και ως χρωστικό πρόσθετο σε γυαλιά και κεραμικά. Τελλούριο υψηλής καθαρότητας χρησιμοποιείται σε κράματα για ηλεκτρονικές εφαρμογές όπως θερμική απεικόνιση, θερμοηλεκτρικά στοιχεία<ref name="Micheal W. George" />. Εφαρμογές όπως τα [[φωτοβολταϊκό|φωτοβολταϊκά]] πάνελ και ως [[ημιαγωγός|ημιαγωγικό]] υλικό επίσης καταναλώνουν ένα αξιόλογο κλάσμα της παγκόσμιας παραγωγής τελλουρίου.
 
Το τελλούριο δεν έχει βιολογική λειτουργικότητα, παρόλο που κάποια φύκη μπορούν να το χρησιμοποιήσουν στη θέση του θείου και του σεληνίου, σχηματίζοντας τα [[αμινοξέα]] [[τελλουροκυστεΐνη]] και [[τελλουρομεθειονίνη]]<ref>Ramadan, Shadia E.; Razak, A. A.; Ragab, A. M.; El-Meleigy, M. (1989). "Incorporation of tellurium into amino acids and proteins in a tellurium-tolerant fungi". Biological Trace Element Research 20 (3): 225–32. doi:10.1007/BF02917437. PMID 2484755.</ref>. Στους [[άνθρωπο|ανθρώπους]] το τελλούριο [[μεταβολισμός|μεταβολίζεται]] μερικώς σε [[διμεθυλοτελλουρίδιο]] [(CH<sub>3</sub>)<sub>2</sub>Te], ένα [[αέριο]] με [[όσφρηση|οσμή]] [[σκόρδο]]υ, που εκπνέεται από θύματα έκθεσης στην τοξικότητα του τελλουρίου.
Το ίδιο το τελλούριο έχει ήπια τοξικότητα, αλλά οι ενώσεις του είναι (πιο) τοξικές και ο χειρισμός τους πρέπει να γίνεται προσεκτικά.